εισποιητός

εισποιητός
η , όν усыновлённый; удочерённый;
приёмный

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "εισποιητός" в других словарях:

  • εισποιητός — εἰσποιητός, ή, όν (Α) υιοθετημένος, θετός αρχ. 1. (για πράγμ.) αυτός τον οποίο αποκτά κανείς για τον εαυτό του 2. αυτός που αποκτήθηκε με υιοθεσία 3. αυτός που έχει εισαχθεί από το εξωτερικό …   Dictionary of Greek

  • εἰσποιητός — adopted masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰσποίητος — masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰσποιητά — εἰσποιητός adopted neut nom/voc/acc pl εἰσποιητά̱ , εἰσποιητός adopted fem nom/voc/acc dual εἰσποιητά̱ , εἰσποιητός adopted fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰσποιητῶν — εἰσποιητός adopted fem gen pl εἰσποιητός adopted masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰσποιητόν — εἰσποιητός adopted masc acc sg εἰσποιητός adopted neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰσποιήτω — εἰσποίητος masc/fem/neut nom/voc/acc dual εἰσποίητος masc/fem/neut gen sg (doric aeolic) εἰσποιέω give in adoption pres imperat act 3rd sg (doric aeolic) εἰσποιέω give in adoption pres imperat act 3rd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰσποιήτως — εἰσποίητος adverbial εἰσποίητος masc/fem acc pl (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰσποίητον — εἰσποίητος masc/fem acc sg εἰσποίητος neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰσποιητοῖς — εἰσποιητός adopted masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εἰσποιητοί — εἰσποιητός adopted masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»